- εὐχρηστοτέρα
- εὐχρηστοτέρᾱ , εὔχρηστοςusefulfem nom/voc/acc comp dualεὐχρηστοτέρᾱ , εὔχρηστοςusefulfem nom/voc comp sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εὐχρηστοτέρας — εὐχρηστοτέρᾱς , εὔχρηστος useful fem acc comp pl εὐχρηστοτέρᾱς , εὔχρηστος useful fem gen comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐχρηστοτέραν — εὐχρηστοτέρᾱν , εὔχρηστος useful fem acc comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δανιήλ — I (7ος 6ος αι. π.Χ.). Βιβλικό πρόσωπο. Υπήρξε ένας από τους μεγάλους Εβραίους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Δ., το όνομα του οποίου στα εβραϊκά σημαίνει ο θεός κρίνει, μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα με την πρώτη ομάδα Εβραίων (605 π.Χ.)… … Dictionary of Greek
εὐχρηστοτέραις — εὔχρηστος useful fem dat comp pl εὐχρηστοτέρᾱͅς , εὔχρηστος useful fem dat comp pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)